ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ
ΗΧΟΣΥΝΘΕΣΗ (Ανέστης Λογοθέτης - Ιάννης Ξενάκης)
ΣΑΒΒΑΤΟ, 14 ΜΑΙΟΥ 2016, 16:00
Αντώνιος Αντωνόπουλος: συνθέτης, μουσικολόγος (PhD Sorbonne – Paris IV)
Επιμέλεια: Νίκος Καριώτης, συνθέτης, διευθυντής χορωδίας
Διοργάνωση: Εναρμόνιο Ωδείο
Ο Ανέστης Λογοθέτης [1921 – 1994] και ο Ιάννης Ξενάκης [1922 – 2001] είναι πρωτοποριακοί συνθέτες του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα (Avant-garde), που έζησαν και δημιούργησαν στην Βιέννη και το Παρίσι αντίστοιχα. Το έργο τους άσκησε σημαντική επιρροή στις τεχνικές σύνθεσης και τις αντιλήψεις για την σύγχρονη μουσική δημιουργία και την τέχνη γενικότερα. Οι δύο συνθέτες γνωρίστηκαν το 1962 στην Αθήνα, όταν μοιράστηκαν το 1° βραβείο στον διαγωνισμό σύνθεσης, υπό τον Μάνο Χατζηδάκη, του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ινστιτούτου.
Με ακροάσεις, σύντομες αναλύσεις έργων, βίντεο και προβολές εικόνων, οι συμμετέχοντες στο σεμινάριο θα έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν τον Ιάννη Ξενάκη και τον Ανέστη Λογοθέτη μέσα από το έργο τους και την δική τους πρωτοποριακή θέαση του κόσμου.
Το σεμινάριο απευθύνεται σε μουσικόφιλους, μουσικούς, σπουδαστές οργάνων και θεωρητικών της μουσικής, φοιτητές και νέους συνθέτες, χωρίς όμως να απαιτούνται ιδιαίτερες θεωρητικές γνώσεις μουσικής ή/και μαθηματικών.
Μέρος του υλικού των παρουσιάσεων (κείμενα, γραφήματα, εικόνες, σύνδεσμοι, βιβλιογραφία κ.ά) θα είναι διαθέσιμο για τους συμμετέχοντες στο σεμινάριο.
Συμμετοχή: € 30
ΑΝΕΣΤΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ [1921 – 1994]
Γεννήθηκε το 1921 στο Μπουργκάς της Βουλγαρίας από Έλληνες γονείς της διασποράς. Τελείωσε το σχολείο στην Θεσσαλονίκη. Το 1942, λόγω του πολέμου, μετανάστευσε στην Αυστρία, όπου σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης και μουσική θεωρία, σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας στο Πανεπιστήμιο Μουσικής και Παραστατικών Τεχνών της Βιέννης, απ’ όπου αποφοίτησε με διάκριση. Έχει συμμετάσχει στο Διεθνές Ινστιτούτο για την Σύγχρονη Μουσική, στο Darmstadt και έχει συνεργαστεί με τα στούντιο ηλεκτρονικής μουσικής της Κολωνίας (1957) και της Στοκχόλμης (1981). Το 1959 εισήγαγε το δικό του σύστημα γραφικής σημειογραφίας. Εργάστηκε ως επιμελητής σε μουσικούς εκδοτικούς οίκους, μέχρι το 1969, και μετά αποκλειστικά ως συνθέτης. Έχει συνθέσει περί τα 175 έργα (οργανικά, φωνητικά, οπτικοακουστικά, ηλεκτρονικά κλπ) σε τέσσερις περιόδους: 1944-51 (πρώιμη), 1951-59, 1960-83, 1983-94. Έχει τιμηθεί με πλήθος διακρίσεων.
Από την αρχή κιόλας της πορείας του, δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον για την παραδοσιακή τονικότητα. Από το 1956 αναζητά εναλλακτικούς τρόπους σύνθεσης: συνέθεσε μερικά έργα σε διαγράμματα και έπειτα τα μετέγραψε στο πεντάγραμμο. Το 1959 έδωσε τα πρώτα δείγματα γραφικής απεικόνισης του ήχου. Έκτοτε, ολοκλήρωσε περισσότερες από 110 γραφικές παρτιτούρες. Η γραφική (ή πολυμορφική) σημειογραφία του Λογοθέτη μπορεί να έχει πολλαπλή ανάγνωση. Αποβλέπει στην διαχείριση των ηχητικών χαρακτηριστικών και ποιοτήτων (ηχοχρώματα, τρόπους εκτέλεσης, εντάσεις, ενορχήστρωση, κίνηση, ηχητικές μάζες, ηχο-χωροταξία κ.ά) από τους εκτελεστές, με αποτέλεσμα η κάθε εκτέλεση να είναι διαφορετική, χωρίς όμως να παρεκκλίνει σε αυτοσχεδιασμό. Τα σύγχρονα μέσα ηλεκτρονικής σύνθεσης και παραγωγής ήχου μπορούν κάλλιστα να ενταχθούν στην εκτέλεση της πλειονότητας των έργων του, κάτι που σήμερα συμβαίνει σε σχετικές συναυλίες, όπως και ο ίδιος επιθυμούσε.
Οι γραφικές του παρτιτούρες, όλες ασπρόμαυρες, είναι μοναδικές στο είδος τους και, από εικαστική άποψη, παρουσιάζουν μεγάλο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Ως ανεξάρτητα εικαστικά έργα έχουν κατά καιρούς εκτεθεί σε πλήθος εκθέσεων σύγχρονης ζωγραφικής.
Σημαντικό στοιχείο στο έργο του Λογοθέτη είναι η σχέση του με τον λόγο και ο τρόπος με τον οποίο ανέδειξε την ελληνική γλώσσα και φιλοσοφία μέσα από το Hörspiel (ραδιοφωνική όπερα-θέατρο). Οι ραδιοφωνικές του όπερες συνιστούν απόδειξη βαθιάς γνώσης της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και θεωρούνται μοναδικής ποιότητας. Καθώς σχετίζονται με το αρχαίο δράμα, απαιτούν όχι μόνο ιδιαίτερη μεταχείριση του λόγου και των χαρακτήρων κατά την ερμηνεία, αλλά και της χρήσης των οργάνων. Το ίδιο συμβαίνει και με τις σκηνικές του συνθέσεις, όπερες και installations.
Έχοντας καλή γνώση τεχνολογίας και μαθηματικών, πειραματική διάθεση και περιέργεια, ο Λογοθέτης συνέθεσε αρκετά ηλεκτροακουστικά και ηλεκτρονικά έργα. Εξάλλου, η μαθηματική, σχεδιαστική και συστημική αντιμετώπιση της σύνθεσης είναι στοιχεία ανιχνεύσιμα σε πλήθος έργων του.
Ο Λογοθέτης θεωρείται από τους πιο σημαντικούς πρωτοπόρους συνθέτες του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα (Avant-garde) και συγκαταλέγεται μεταξύ των Feldman, Brown, Bussotti, Cage. Εισήγαγε μια νέα αντιμετώπιση της μουσικής πράξης και της τέχνης διαχείρισης των ήχων γενικότερα, η οποία έχει φιλοσοφικές και ανθρωπολογικές προεκτάσεις. Τις θέσεις του για την μουσική και την προσωπική του τεχνική σύνθεσης αναπτύσσει στο βιβλίο του Zeichen als Aggregatzustand der Musik. Το έργο του έχει ανθρωπιστικό χαρακτήρα. Απευθύνεται με αμεσότητα, φιλικότητα και διάθεση προσφοράς στον σύγχρονο άνθρωπο, τον οποίο αντιμετωπίζει ως πολυδιάστατο ιστορικό και πολιτικό ον. Ο κώδικάς του αναδεικνύει μια ιδιαίτερη αισθητική, που χαρακτηρίζεται από ερευνητικότητα, φαντασία, ελληνοπρέπεια, κοινωνική και πολιτική κριτική, χιούμορ και εξυπνάδα. Η προσφορά του επεκτείνεται επίσης στις εικαστικές και στις παραστατικές τέχνες.
Ωστόσο, παρά την διεθνή αναγνώριση και την επιρροή του στην ανάπτυξη νέων τεχνικών σύνθεσης ανοιχτής φόρμας, στη νέα σημειογραφία και στην ελεγχόμενη-ελεύθερη ερμηνεία και εκτέλεση, οι συγκυρίες μετά τον θάνατό του (Βιέννη, 1994) δεν επέτρεψαν ούτε την επαρκή μελέτη του έργου του ούτε την απρόσκοπτη διάδοσή του στον μουσικό και επιστημονικό χώρο.
ΙΑΝΝΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ [1922 – 2001]
Γεννήθηκε το 1922 στη Βράϊλα της Ρουμανίας από Έλληνες γονείς της διασποράς. Το 1927 έχασε την μητέρα του. Το 1932 επέστρεψε στην Ελλάδα ως εσωτερικός μαθητής στην Αναργύρειο Σχολή, στις Σπέτσες. Μελέτησε προσωκρατικούς και κλασικούς φιλοσόφους, φυσική, μαθηματικά και μουσική. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο (1940-46). Τραυματίστηκε βαριά ως αντιστασιακός (1945) και, καταδικασμένος σε θάνατο, φυγαδεύτηκε στην Γαλλία (1947). Εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου συνεργάστηκε στενά (1947-59) με τον διάσημο αρχιτέκτονα Le Corbusier.
Σημαντικό ρόλο στην μουσική του πορεία έπαιξαν ο Olivier Messiaen και ο Hermann Scherchen. Άσκησε εύστοχη και καίρια κριτική στον, κυρίαρχο τότε, ολικό σειραϊσμό (1955). Έγινε γνωστός με τα έργα Μεταστάσεις (1955) και Πιθοπρακτά (1956), που εισάγουν για πρώτη φορά στην ιστορία της μουσικής τον πιθανοτικό λογισμό, τον έλεγχο της τυχαιότητας (στοχαστική) και την έννοια της τυποποίησης στη σύνθεση. Έκτοτε παραμένει μία από τις κυρίαρχες μορφές της πρωτοπορίας του 20ου αιώνα (Avant-garde), ως συνθέτης και ως θεωρητικός στοχαστής. Έχει γράψει περί τα 150 έργα (οργανικά, φωνητικά, ηλεκτρονικά, μεικτά, πολύτοπα) και πλήθος θεωρητικών άρθρων, τα σημαντικότερα των οποίων περιλαμβάνονται σε 5 βιβλία. Συνθετικές περίοδοι: 1947-53 (πρώιμη), 1953-62, 1963-77, 1978-97. Εν ζωή, του έχουν απονεμηθεί 59 τιμητικοί τίτλοι και διακρίσεις.
Ο Ξενάκης είναι ο πρώτος που υλοποίησε την σύζευξη τεχνών και επιστημών. Εμπνέεται από την μη κυριαρχημένη από τον άνθρωπο φύση, την Αρχαία Ελλάδα, τα βιώματά του, τα φυσικά μοντέλα και τα μαθηματικά. Αποπειράθηκε μάλιστα να θεμελιώσει την μουσική σε νόμους ανεξάρτητους από χρονικές περιόδους και αισθητικές αποτιμήσεις. Η μουσική του είναι αφαιρετική, απολλώνια· συνάμα όμως είναι και διονυσιακή, καθώς φέρει μεγάλη εσωτερική ένταση και απευθύνεται δυναμικά στις αισθήσεις. Με κύρια μέσα τον δομικό γραφιστικό σχεδιασμό, τα μαθηματικά (θεωρίες) και την ηχοπλαστική, στοχεύει στην σύνθεση του ήχου (φυσικού και τεχνητού), σε νέους τρόπους δημιουργίας και στην τυποποίηση (με την μαθηματική έννοια), συνδυάζει δε τον δομισμό με τον φοβισμό. Η φύση, όπως αυτή γίνεται αντιληπτή και περιγράφεται από τη σύγχρονη επιστήμη (τοπολογία, θερμοδυναμική, θεωρία του χάους), παίζει καθοριστικό ρόλο στη μουσική του Ξενάκη. Δεν πρόκειται όμως ούτε για περιγραφή της φύσης ούτε για φυσιολατρία, αλλά για θεωρίες των οποίων η χρηστική πλευρά δεν είναι μόνο ένα απλό εργαλείο. Ο σύγχρονος συνθέτης είναι έτσι διανοητής, ευρέτης και δημιουργός.
Ο Ξενάκης χρησιμοποιεί όντως τα μαθηματικά· η συνθετική του πρακτική, όμως, είναι σε μεγάλο βαθμό αυτόνομη και σημαντικότερη από την ‘θεωρία’, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ‘θεωρία’ αποτελεί ηχοποιημένη εκδοχή μιας φυσικής ή μαθηματικής θεωρίας ούτε ότι είναι πρόσχημα ή δικαιολογία της πρακτικής. Έτσι, εκτός από τα έργα που προέρχονται από τα προγράμματα ST και GENDYN, η ‘θεωρία’ απέχει πολύ από το να ελέγχει ολοκληρωτικά τη σύνθεση. Το κύριο μέρος των έργων έχει συντεθεί είτε βάσει σχεδίων (ήταν πεπειραμένος σχεδιαστής και αρχιτέκτων), είτε «φθόγγο προς φθόγγο» (δηλαδή με το «παραδοσιακό» μουσικό αισθητήριο), είτε έχει προκύψει από ανακυκλωμένο υλικό. Καταλήγει λοιπόν, τα μαθηματικά να μην έχουν άμεσο αντίκτυπο στο ακουστικό αποτέλεσμα, διότι δεν συνιστούν αυτοσκοπό, αλλά μέσον για την ανάδειξη του αισθητικού στοιχείου. Πράγματι, σαν εργαλείο σύνθεσης και σε συνδυασμό με τον ιδιαίτερο τρόπο θεώρησης του κόσμου, που υπολανθάνει στην μουσική του Ξενάκη, η ‘θεωρία’ οδηγεί στην δημιουργία εξαιρετικά πρωτότυπων ηχητικοτήτων.
Ως άνθρωπος, ο Ξενάκης υπήρξε ενδοστρεφής, μοναχικός, επίμονος και πολύ αυτοπειθαρχημένος. Είχε εμμονή στην ιδέα της ελευθερίας. Ήταν λάτρης της φύσης, της θάλασσας και της Ελλάδας. Ντροπαλός και λιγόλογος, προσπαθούσε να κρύβει την ευαισθησία του, να μην διακρίνονται οι τραυματικές εμπειρίες από την παιδική και την νεανική του ηλικία. Η υπερβολική εργατικότητα που τον διέκρινε, όμως, είχε ως αποτέλεσμα να αρρωστήσει τελικά από διαβήτη με σταδιακή έκπτωση των νοητικών του λειτουργιών και, το 1997, να εγκαταλείψει την σύνθεση. Έχοντας ήδη οριστικά επέμβει στην μοίρα της μουσικής, ο Ιάννης Ξενάκης έσβησε στις 4 Φεβρουαρίου 2001, στο Παρίσι.